We feel devotion
DataCenter
OUT OF THE BOX
Ξεκινάμε!
Όπως για όλες τις ομάδες έτσι και για τις ελληνικές είναι μια ιδιαίτερη χρονιά. Εκκινούν από διαφορετική αφετηρία και θέτουν διαφορετικούς στόχους. Και οι δύο όμως θα πρέπει να εξελιχθούν ώστε να διανύσουν με επιτυχία η κάθε μία τον δρόμο της.
Επιμέλεια: Κωνσταντίνος Λαμπρόπουλος | lampropoulos@basketstories.net
Δημοσιεύτηκε: 18/10/2020 12:50
O Sr John Pierpont Morgan υπήρξε κεντρικό πρόσωπο της Χρυσής Εποχής των ΗΠΑ στα τέλη του 19ου αιώνα. Γνωστός για τις πολύ υψηλού ρίσκου κινήσεις του αλλά και τη διάθεση να αλλάξει στρατηγική σε κάθε ευκαιρία, κατάφερε να δημιουργήσει τον τραπεζικό κολοσσό JP Morgan και να βγει ξεκάθαρος νικητής στην μάχη του "παλαιού" με του "νέου" χρήματος της εποχής. Πιστός στην άποψη πως νικητής βγαίνει μόνο αυτός που εξελίσσεται και προσαρμόζεται, έθεσε το πρώτο αναγκαίο βήμα για την χάραξη της στρατηγικής με λογοτεχνικό ύφος. Το πρώτο βήμα προς πάσα κατεύθυνση, είναι η απόφαση να μην παραμείνεις άλλο στο σημείο που ήδη βρίσκεσαι.

Φαίνεται πως όλες οι ομάδες τη φετινής σεζόν βιώνουν αυτό που οριοθέτησε ο Morgan. Η πανδημία δεν άλλαξε τα δεδομένα μόνο για την διοργάνωση αλλά και για την προετοιμασία των ομάδων πριν την εκκίνηση της χρονιάς. Είναι η πρώτη φορά που το πλεονέκτημα των ομάδων με σταθερό κορμό και προπονητή δεν διακρίνεται ξεκάθαρα στους πρώτους αγώνες. Πέραν της απουσίας του κόσμου που αλλάζει δραματικά τη δυναμική των ομάδων, ο αγωνιστικός ρυθμός των παικτών είναι ασυνήθιστα χαμηλός δημιουργώντας πολλές μεταπτώσεις στην απόδοση και συνεπώς περισσότερες εκπλήξεις τελικών αποτελεσμάτων.

Ενώ οι σύλλογοι προσπαθούν να βρουν την ταυτότητά τους και να βελτιωθούν, η διοργανώτρια αρχή καταλήγει σε όλες τις λάθος αποφάσεις που πλήττουν την αξιοπιστία και ακεραιότητα της διοργάνωσης. Πέραν της μη ανακοίνωσης των εσόδων, την αδυναμία να ολοκληρωθεί η περσινή σεζόν, ενώ σε άλλες λίγκες κατέστη δυνατόν, τη διαφορετική ποσόστωση προσέλευσης κοινού, ήρθε τώρα και η αναθεώρηση του πρωτοκόλλου για το περίφημο 20-0 όταν μια ομάδα αδυνατεί να κατεβάσει σύνθεση οχτώ παικτών. Η τελευταία απόφαση επιφέρει ανεπανόρθωτο πλήγμα στο κύρος της διοργάνωσης καθώς δημιουργεί ντετερμινιστικά αδικία καταλύοντας κάθε έννοια ισονομίας. Η Ζενίτ που ξεκίνησε με δύο εντυπωσιακές νίκες απέναντι σε Μπαρτσελόνα και Εφές καταδικάζεται σε ρεκόρ 2-2 και μάλιστα με διαφορά 20 πόντων με ομάδες που ενδεχομένως αποδειχθούν άμεσοι ανταγωνιστές για μια θέση στα playoffs. Αν πάλι οι αγώνες πραγματοποιηθούν, τότε η αδικία μεταβιβάζεται ολοκληρωτικά από την Ζενίτ στην Χίμκι καθώς η ομάδα του Kurtinaitis υποχρεώθηκε να αγωνιστεί με οχτώ παίκτες (και με παίκτες ανάγκης) χωρίς να έχει την παραμικρή τύχη. Θα μπορούσε κάλλιστα να δηλώσει αδυναμία και να αγωνιστεί άλλη στιγμή έχοντας πραγματικές πιθανότητες στα παιχνίδια αυτά με την βασική και αυτονόητη προϋπόθεση, να ήταν οι κανόνες της διοργάνωσης εκ προοιμίου γνωστοί σεβόμενοι την ισονομία και ακεραιότητα του ανταγωνισμού. Δυστυχώς τα λάθη είναι πολλά και σημαντικά από πλευράς Bertomeu επιδεικνύοντας τουλάχιστον ερασιτεχνισμό στη διαχείριση ειδικών συνθηκών, με την ELPA να φέρει και αυτή μερίδιο ευθύνης έχοντας κρατήσει σιγή ιχθύος μέχρι σήμερα επί των θεμάτων. Ας τα αφήσουμε όμως στην άκρη για τώρα και πάμε να καταγράψουμε τις πρώτες εντυπώσεις για τις δύο ελληνικές ομάδες.



Αρχή από τον Ολυμπιακό που αν είχε αποφύγει τα λάθη της πρεμιέρας με την Ζαλγκίρις θα είχε πετύχει το απόλυτο στην εκκίνηση. Είναι δεδομένο πως το παιχνίδι της ομάδας περνάει πια στα χέρια του Κώστα Σλούκα που θα λειτουργήσει πρώτα ως δημιουργός και κατόπιν ως εκτελεστής. Η προσθήκη του Martin δίνει σημαντικά στοιχεία στο παιχνίδι πρωτίστως αμυντικά αλλά και επιθετικά, ιδίως όταν η προσωπική άμυνα σε Σπανούλη ή Σλούκα επιζητά αλλαγή. Εξαιρετικός rebounder και με καλή αναλογία ταχύτητας και δύναμης συμβάλει στο βασικό πλάνο της ομάδας. Η διασφάλιση του rebound και η επίθεση πρώτου χρόνου αν είναι εφικτό φαίνεται να δίνει το πλεονέκτημα στην ομάδα του Πειραιά. Το πρόβλημα του Martin διακρίνεται στην set επίθεση αφού το post up παιχνίδι του χρειάζεται βελτίωση, ενώ και ο συγχρονισμός σε 2-2 επιθέσεις πολλές φορές αποτυγχάνει (βασικός λόγος που η επιθετική του απόδοση εξαρτάται σχεδόν απόλυτα από το διάβασμα των Σπανούλη και Σλούκα).



Οι Σπανούλης και Πρίντεζης είναι γνωστό τι μπορούν να προσφέρουν και το ερώτημα έχει να κάνει με τη διάρκεια που μπορούν να προσφέρουν τα αναμενόμενα κατά την εξέλιξη του παιχνιδιού. Ο Ολυμπιακός θα χρειαστεί αρκετές φορές φέτος το spot up σουτ από την περίμετρο ειδικότερα σε καταστάσεις περιορισμού του Σλούκα. Οι δείκτες των Harrison, Vezenkov και Παπανικολάου σε αυτόν τον τομέα θα κρίνει εν πολλοίς και την αμυντική προσαρμογή των αντιπάλων. Λογικά πολλοί από αυτούς θα επιλέξουν να δώσουν το τρίποντο στον Ολυμπιακό προκειμένου να κόψουν την εκτέλεση από τον άξονα και η καλύτερη διέξοδος είναι η ευστοχία. Η σταθερότητα σε αυτήν την κατάσταση είναι το πρώτο μεγάλο στοίχημα της ομάδας επιθετικά καθώς θα το συναντήσουν αρκετές φορές μπροστά τους.

Πιστεύω πως το μεγαλύτερο ερωτηματικό της ομάδας είναι η ομαλή μετάβαση σχημάτων που δεν δίνουν ξεκάθαρη κατεύθυνση στον αντίπαλο κατά την διάρκεια του αγώνα. Όταν οι Σπανούλης και Σλούκας βρίσκονται από κοινού στο παρκέ, η δημιουργία και η εισαγωγική πάσα στην επίθεση είναι εγγυημένες ωστόσο η πρώτη γραμμή άμυνας απαιτεί αλλαγές και βοήθειες. Αν Harrison και McKissic συνυπάρχουν, η αντίπαλη άμυνα μπορεί να παγιδεύσει ευκολότερα τον δημιουργό μεταφέροντας την ευθύνη του ball handling σε αυτούς που δεν έχουν πλεονέκτημα. Το δίδυμο Ellis - Πρίντεζη φέρνει στο τραπέζι το post παιχνίδι αλλά χάνει σε ένταση και rebounding απέναντι σε αθλητική frontline. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να επεκταθούμε σε άλλα παραδείγματα. Προφανώς σε κάθε σχήμα κάπου κερδίζεις και κάπου χάνεις, καμία ομάδα δεν έχει την τέλεια πεντάδα. Το ουσιαστικό σημείο όμως είναι η ξεκάθαρη κατεύθυνση του αντιπάλου. Προϊόντος του χρόνου οι αντίπαλοι προσαρμόζονται ακόμα περισσότερο και ο Ολυμπιακός δεν έχει την πολυτέλεια να μένει εκτεθειμένος σε διαστήματα κατά την διάρκεια του αγώνα. Ο coach Μπαρτζώκας έχει την διάθεση να ανοίξει το rotation και είναι σημαντικό να βρει τα κατάλληλα μεταβατικά σχήματα από την μία κατεύθυνση στην άλλη.



Στα μάτια μου οι McKissic και Παπανικολάου είναι τα κλειδιά στην εύρεση αυτής της πολύτιμης ισορροπίας. Αποτελούν το συγκολλητικό υλικό της ομάδας καθώς όχι μόνο δίνουν την απαραίτητη ένταση στην άμυνα αλλά η συμβολή τους είναι εξαιρετική και στο αμυντικό rebound. Το rebound σε συνδυασμό με το κάθετο παιχνίδι του McKissic είναι η μεγάλη διαφορά με την επιλογή του Jenkins, που επίσης μπορεί να δώσει λύσεις στην άμυνα όχι όμως με τόσο σταθερό τρόπο και διάρκεια. Επίσης η συσχέτιση της ομάδας σε αυτόν τον τομέα θα κριθεί και από την εξέλιξη ή μη, που μπορεί να δείξει στην προσωπική άμυνα ο Vezenkov.

Περιμένω ακόμα αρκετά νεκρά διαστήματα της ομάδας λόγω αυτής της συνθήκης. Το ζητούμενο είναι ο ρυθμός μείωσης της συχνότητας αυτού του φαινομένου όσο προχωράει η σεζόν. Ήδη διόλου τυχαία ο Μπαρτζώκας δείχνει εμπιστοσύνη στην τριάδα Σλούκα, McKissic και Παπανικολάου. Μίλησε για δημιουργία συνόλου νικητών και ο δρόμος για αυτό περνάει από την προσαρμοστικότητα. Ο coach έχει δώσει τα διαπιστευτήριά του στην προετοιμασία της ομάδας του όλα αυτά τα χρόνια. Ίσως φέτος η προσαρμοστικότητα που θα δείξει στον πάγκο κατά την διάρκεια των αγώνων αποδειχθεί ακόμα πιο κομβική. Είναι και για αυτόν νομίζω το επόμενο σκαλί στην προπονητική του καριέρα. Διαθέτει ένα υλικό που γνωρίζει τις δυνατότητές του και τις αδυναμίες του. Η δουλειά του όλα αυτά τα χρόνια αποτελούν τεκμήριο πως με την πάροδο των αγώνων η συνοχή και η προσήλωση της ομάδας θα ανεβαίνει. Πέραν όμως της προσήλωσης χρειάζεται και η εξορθολογισμένη μετάβαση προσώπων διατηρώντας τον αγωνιστικό ρυθμό. Το μπάσκετ είναι η συνεχής δράση - αντίδραση των δύο πάγκων αλλάζοντας τους συσχετισμούς με γρήγορο ρυθμό. Η αντίδραση του coach Μπαρτζώκα αλλά και η ετοιμότητα των παικτών να κρύψουν τις όποιες αδυναμίες θα κρίνουν σε σημαντικό βαθμό το αγωνιστικό προφίλ των ερυθρόλευκων. Στην παρούσα φάση η δυναμική του Ολυμπιακού δείχνει περισσότερο ένα σύνολο που μπορεί να ακολουθήσει τον οποιονδήποτε αντίπαλο παρά να επιβάλει τον δικό του νόμο εντός παρκέ. Το θετικό είναι πως υπάρχει αρκετός χρόνος αλλά και η τεχνογνωσία ώστε ο Ολυμπιακός να φτάσει στο αναγκαίο σταθερά υψηλό στάνταρ απόδοσης, αλλά πρέπει να διανύσει αρκετό δρόμο μέχρι τότε. Τα πρώτα θετικά αποτελέσματα συμβάλουν στην ηρεμία και τόνωση της αυτοπεποίθησης. Η προοπτική του φετινού Ολυμπιακού βρίσκεται στα χέρια του coach και αυτό ίσως είναι το πιο ελπιδοφόρο μήνυμα.



Η κριτική για τον Παναθηναϊκό θα πρέπει να γίνει σε άλλη βάση όπως ακριβώς επικοινωνήθηκε (ορθώς) από το τεχνικό επιτελείο της ομάδας σχετικά με τους στόχους της φετινής χρονιάς. Κοιτώντας την αλήθεια κατάματα, ο Παναθηναϊκός δεν διαθέτει το ρόστερ για είσοδο στην οκτάδα και αν κάτι τέτοιο συμβεί, θα μιλάμε ίσως για την μεγαλύτερη έκπληξη των τελευταίων πολλών χρόνων. Η έλλειψη βασικού άσσου είναι εμφανής με την πρώτη ματιά, πιστεύει αλήθεια κάποιος πως οι Βόβορας, Αλβέρτης, Διαμαντίδης δεν το βλέπουν;

Ο Παναθηναϊκός του ελλειπέστατου budget κλήθηκε να εκμεταλλευτεί κάθε ευκαιρία που θα έβρισκε στην αγορά. Προσωπικά θα διάλεγα να επενδύσω το όποιο διαθέσιμο κεφάλαιο για την εύρεση άσσου χάνοντας ευκαιρίες όπως αυτή του Sant Roos, όμως δεν έχω πρόσβαση στα δεδομένα που είχε η ομάδα όταν έπαιρνε την συγκεκριμένη απόφαση. Ο Παναθηναϊκός αγωνιστικά έχει πολλούς περιορισμούς, συνεπώς και μία μόνο επιλογή. Να κινηθεί με ένταση και ενέργεια στο παρκέ, να βρει συνδυασμούς που θα αυξήσουν τον συντελεστή της ομαδικής άμυνας και να διασφαλίσουν πως θα κερδίσουν την μάχη στον αέρα. Με αρχή την άμυνα και τα rebounds θα προσπαθήσει να μείνει μέσα σε όσα παιχνίδια είναι δυνατόν, προσπαθώντας να κερδίσει ό,τι μπορεί περισσότερο ανά περίσταση.



Ο coach Βόβορας έχει μιλήσει επανειλημμένα για την νοοτροπία ακόμα και όταν το ρόστερ χτιζόταν. Πραγματικά είναι πολύ σημαντικός παράγοντας ειδικότερα σε ομάδες που δεν έχουν το δικαίωμα στην αστοχία ενός αποκτήματος. Η ομάδα ζητάει από τον κάθε παίκτη να κάνει την υπέρβαση και αυτό επιτυγχάνεται πρωτίστως από την προσωπικότητα και διάθεση. Ειλικρινά αν δεν υπάρχει οικονομικός λόγος, είναι η μόνη λογική εξήγηση που μπορώ να δώσω για τη λύση συνεργασίας με τον Jackson.

Στέκομαι στον Jackson όχι για τον αγωνιστικό αντίκτυπο αλλά για την σημασία που έχει να αντιληφθούμε όλοι την διαφορά μεταξύ ομάδας και προγράμματος. Στην Euroleague θα βρείτε πολλές καλές ομάδες όμως ελάχιστα καλά προγράμματα. Με αυτά των Βαλένθια και Ζαλγκίρις να αποτελούν πρότυπα, υπάρχουν ακόμα μερικές περιπτώσεις με ενδιαφέρον όπως για παράδειγμα ο Ερυθρός Αστέρας ή η Άλμπα (κατά συνθήκη ακόμα και η Ρεάλ και αυτή είναι η μεγάλη της διαφορά από τα υπόλοιπα elite clubs).

Για να δημιουργήσει ένας σύλλογος το δικό του πρόγραμμα, θα πρέπει να ζητήσει μεγάλες αλλαγές ακόμα και έξω από τον αγωνιστικό τομέα. Σε παλαιότερο άρθρο είχαμε αναλύσει το πρόγραμμα της Ζαλγκίρις για να γίνει αντιληπτό. Ενώ στην ομάδα ο παίκτης προσαρμόζεται στο σύνολο και τις ανάγκες του τεχνικού επιτελείου, στο πρόγραμμα η προσαρμογή γίνεται πρωτίστως αντίστροφα. Είναι αναγκαίο να αξιολογήσεις το υλικό που διαθέτεις και να δημιουργήσεις τις συνθήκες, ώστε να εξελιχθεί όσο γίνεται περισσότερο πάντα εντός ενός εξορθολογισμένου οικονομικού πλάνου. Δεν είναι τυχαίο που η Ζαλγκίρις παραχωρεί το 30% του προϋπολογισμού στις ακαδημίες και δράσεις αντί να το διοχετεύει εξ ολοκλήρου στην ενίσχυση της ομάδας. Κομμάτι του προγράμματος είναι φυσικά και η έξοδος ενός παίκτη όταν πια κριθούν ώριμες και συμφέρουσες οι συνθήκες.

Ο οικονομικά ακέφαλος Παναθηναϊκός καλείται να διανύσει τον δύσβατο δρόμο της αυτοτροφοδότησης. Φυσικά δεν μπορείς να δημιουργήσεις πρόγραμμα ανάπτυξης από τη μια στιγμή στην άλλη, όμως οφείλεις να προχωρήσεις βήμα προς βήμα όντας η μόνη διαθέσιμη επιλογή. Υπό αυτού του πρίσματος θα περίμενα μεγαλύτερη επιμονή και προσπάθεια προσαρμογής στον βασικό άσσο της ομάδας ιδιαιτέρως χωρίς κάποιο αγωνιστικό δείγμα. Επαναλαμβάνω δεν είναι αγωνιστική επισήμανση αλλά η αναγκαία στάση που πρέπει από εδώ και πέρα να δείξει ο σύλλογος.



Πάνω σε αυτήν τη βάση, παίκτες που δείχνουν να έχουν υψηλότερο ταβάνι εξέλιξης και βρίσκονται σε μικρότερη ηλικία δεν αποτελούν απλώς τα ταλέντα της ομάδας αλλά το βασικό στόχο του προγράμματος. Ο Μήτογλου και ο Παπαγιάννης τη δεδομένη στιγμή είναι οι πιο εξελίξιμες μονάδες της ομάδας και ο Παναθηναϊκός θα πρέπει να τους βρει κατάλληλο πλαίσιο να επεκτείνουν το παιχνίδι τους. Κατ' επέκταση για τους υπόλοιπους φερέλπιδες π.χ. Καλαϊτζάκης θα πρέπει η ομάδα να αποφασίσει τον τρόπο που θα κερδίσουν παραστάσεις ώστε να δοκιμαστούν και σε υψηλότερο επίπεδο. Βλέποντας τον γεννημένο το 1999 Καλαϊτζάκη, από την στιγμή που βρίσκεται στην ομάδα και δεν έχει δοθεί δανεικός, εικάζω πως θα τον δούμε με αρκετά λεπτά στην Α1. Αν όχι, τότε αναρωτιέμαι πως θα μπορέσει να εξελιχθεί εντός του οργανισμού. Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, ο Jokubaitis είναι κατά ένα χρόνο μικρότερος από τον Καλαϊτζάκη.

Ο Παναθηναϊκός αλλάζει σελίδα και μαζί οφείλει να αλλάξει νοοτροπία. Αυτό αρκεί ως πρώτο βήμα για την μετάβαση σε μια άλλη εποχή της ιστορίας του. Σχεδόν όλοι αναφέρουν πως έπεσε επίπεδο και δεν έχουν άδικο, καθώς πλέον δεν μπορεί να πρωταγωνιστήσει όπως κάποτε. Αυτό πάλι δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να περπατήσει τον δρόμο της λογικής, αποδεχόμενος πως δεν είναι πια ο αυτοκράτορας του παρελθόντος αλλά μια ομάδα με ασήκωτη ιστορία που οφείλει να μετατραπεί σε πρόγραμμα.

Όπως για όλες τις ομάδες έτσι και για τις ελληνικές είναι μια ιδιαίτερη χρονιά. Εκκινούν από διαφορετική αφετηρία και θέτουν διαφορετικούς στόχους. Και οι δύο όμως θα πρέπει να εξελιχθούν ώστε να διανύσουν με επιτυχία η κάθε μία τον δρόμο της. Όπως μας δίδαξε ο Morgan, αν θέλουμε να ξεχωρίσουμε πρέπει να είμαστε διατεθειμένοι να αλλάξουμε. Ξεκινάμε.




  '; ?>